- πολυ-πότνια
πολυ-πότνια, ἡ, das verstärkte πότνια, die Hochehrwürdige, sp. D., wie Orph. H. 39, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυ-πότνια, ἡ, das verstärkte πότνια, die Hochehrwürdige, sp. D., wie Orph. H. 39, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυπότνια — ἡ, Α πάρα πολύ σεβαστή. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + πότνια «σεβαστή» (πρβλ. παμ πότνια)] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Δήλου — Το Μουσείο της Δήλου αποτελεί μοναδικό φαινόμενο. Eίναι ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της Eλλάδας, και όμως βρίσκεται σ’ ένα άγονο και ακατοίκητο νησί. Στο νησί, όπου σήμερα δεν επιτρέπεται η διανυκτέρευση παρά μόνο στους φύλακες του… … Dictionary of Greek
Άρτεμη — I Θεότητα του δωδεκάθεου των αρχαίων Ελλήνων. Το όνομά της δεν μας αποκαλύπτει τίποτα για την καταγωγή της. Τα χαρακτηριστικά όμως γνωρίσματα, με τα οποία εμφανίζεται στην Πελοπόννησο, όπου η λατρεία της είναι παλαιότερη από οπουδήποτε αλλού, ως… … Dictionary of Greek