ποτέρως

ποτέρως

ποτέρως, adv. von πότερος, auf welche von beiden Arten; Plat. Gorg. 502 b Rep. I, 341 b; Xen. Cyr. 2, 3, 4; An. 7, 7, 30; auch in indirecter Frage, περὶ τῆς ὠφελείας αὐτοῖν τἀληϑὲς ποτέρως ἔχει, Plat. Rep. II, 368 c; auch = ob, Polit. 272 d; Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ποτέρως — πότερος whether of the two? adverbial πότερος whether of the two? masc acc pl (doric) ποτέρως in which of two ways? indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτέρως — Α επίρρ. βλ. πότερος …   Dictionary of Greek

  • πότερος — έρα, ον, και ιων. τ. κότερος, η, ον, Α Ι. (ερωτ. αντων.) σε ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις) 1. ποιος από τους δύο; (α. «οὐκ ἀν γνοίης ποτέροισι μετείη», Ομ. Ιλ. β. «κότερα τούτων αἱρετώτερά ἐστι»; Ηρόδ. γ. «ἐρωτώσης τῆς μητρός, πότερος καλλίων… …   Dictionary of Greek

  • πιστεύω — ΝΜΑ, και στον Ερωτόκρ. πιστεύγω Ν [πιστός] 1. έχω πίστη, έχω εμπιστοσύνη σε κάποιον ή σε κάτι (α. «και λογισμό μη βάνης μπλιο και πίστεψέ μου μένα», Ερωτόκρ. β. «ὅτι οὐκ ἐπίστευσαν ἐν τῷ θεῷ», ΠΔ γ. «κοὐκ ἄλλου σαφῆ σημεῑ ἰδοῡσα τῷδε πιστεύω… …   Dictionary of Greek

  • ποτέρωθεν — Α επίρρ. από ποιον από τους δύο; [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. εκατέρω θεν)] …   Dictionary of Greek

  • ποτέρωθι — Α επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη; [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. θι (πρβλ. εκατέρω θι)] …   Dictionary of Greek

  • ποτέρωσε — Α επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. σε (πρβλ. ετέρω σε)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”