ποτι-νίσσομαι

ποτι-νίσσομαι

ποτι-νίσσομαι, dor. statt προςνίσσομαι.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προσνίσσομαι — και δωρ. τ. ποτινίσσομαι Α (αποθ.) 1. προσέρχομαι («οἴκοθεν οἴκαδ ἀπὸ Στυμφαλίων τειχέων ποτινισσόμενον», Πίνδ.) 2. πηγαίνω κοντά, πλησιάζω 3. εισάγομαι («οὐδ ὅσ ἐς Ὀρχομενὸν ποτινίσσεται», Ομ. Ιλ.) 4. (με εχθρική σημ.) επέρχομαι, επιτίθεμαι.… …   Dictionary of Greek

  • ποτινίσσομαι — Α (δωρ. τ.) προσνίσσομαι*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτί*, τ. ισοδύναμος τού πρός + νίσσομαι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”