παλαί-φατος

παλαί-φατος

παλαί-φατος, vor Alters gesprochen; von alten Orakeln, ϑέσφατα, Od. 9, 507. 13, 172; χρησϑὲν παλαίφατον, Pind. Ol. 2, 44; ἀραί, Aesch. Spt. 748; παλαίφατος δ' ἐν βροτοῖς γέρων λόγος τέτυκται, Ag. 730; τοὔπος τὸ ϑεοπρόπον τᾶς παλαιφάτου προνοίας, Soph. Tr. 820, wo es Einige activisch erkl.: von alten Zeiten her prophezeihend, wie auch die v. l. beim Schol. παλαίφοιβος erkl. wird; μαντεία, O. C. 455; – wovon eine alte Sage geht, fabelhaft, οὐ γὰρ ἀπὸ δρυός ἐσσι παλαιφάτου οὐδ' ἀπὸ πέτρης, Od. 19, 163, wo eine alte v. l. παλαιφάγου war (vgl. auch παλαιφάμενος); E. M. wird es erkl. τῆς ἐκ παλαιῶν χρόνων πεφημισμένης ὡς ἀνϑρώπων γεννητικῆς. – Uebh. (dem πρόσφατος entgeggstzt, vor Alters erschienen) alt, γενεά, ἀγορά, Pind. N. 6, 32. 3, 14; παλαίφατον ἁμέτερον γένος, Aesch. Suppl. 527, wie auch wohl ἁ παλ. Δίκα Soph. O. R. 1383 zu erklären.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θεόφατος — θεόφατος, ον (Α) αυτός που φανερώθηκε, που ξεστομίστηκε από τον θεό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο + φατος (< φημί), πρβλ. παλαί φατος, τηλέ φατος] …   Dictionary of Greek

  • κενεήφατος — κενεήφατος, ον (Α) μυθώδης. [ΕΤΥΜΟΛ. < κενε(ο) (πρβλ. κεν[ο] *) + φατος (< θ. φα πρβλ. φά σις τού φημί), πρβλ. νεή φατος, παλαί φατος] …   Dictionary of Greek

  • νεήφατος — νεήφατος, ον (Α) (ποιητ. τ.) αυτός που λέχθηκε ή που ακούστηκε για πρώτη φορά, ο λεγόμενος για πρώτη φορά. [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο)* + φατος (< φημί), πρβλ. θεό φατος, παλαί φατος. Το η τού τ. (αντί νεόφατος) οφείλεται σε μετρικούς λόγους για την… …   Dictionary of Greek

  • νεόφατος — νεόφατος, ον (Α) (κατά τον Ησύχ.) «νεωστὶ τεθνηκώς». [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο) * + φατός (< θείνω «σκοτώνω»), πρβλ. παλαί φατος] …   Dictionary of Greek

  • παλαίφατος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστοριογράφος από την Άβυδο, που έζησε την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και υπήρξε φίλος του Αριστοτέλη. Δεν σώζονται παρά αποσπάσματα από τα έργα του Κυπριακά, Δηλιακά, Αττικά, Αραβικά και Τρωικά. 2. Περιπατητικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”