- ἡλιό-πους
ἡλιό-πους, ποδος, ὁ, eine Art Heliotrop, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἡλιό-πους, ποδος, ὁ, eine Art Heliotrop, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
-ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… … Dictionary of Greek