παιδο-φθόρος

παιδο-φθόρος

παιδο-φθόρος, Kinder, Knaben verderbend, Knabenschänder, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολυφθόρος — ον, Α (με ενεργ σημ.) (για πρόσ. ή για πράγματα) αυτός που επιφέρει, που προκαλεί μεγάλη βλάβη ή αυτός που αφανίζει πολλούς, ολέθριος, καταστρεπτικός (α. «ἐν πολυφθόρῳ... Διὸς ὄμβρῳ», Πίνδ. β. «πάρεστιν εἰπεῖν ἐπ ἀθλίοισιν.... πολλὰ μὲν πολίτας,… …   Dictionary of Greek

  • φλογοφθόρος — ον, Μ αυτός που σβήνει τη φωτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < φλόξ, φλογός + φθόρος (< φθείρω), πρβλ. παιδο φθόρος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”