ἡμι-κρᾱνία

ἡμι-κρᾱνία

ἡμι-κρᾱνία, , Kopfschmerz auf der einen Seite, Migräne, Medic.; auch τὸ ἡμικρᾱνικὸν πάϑος, Poll. 2, 41; ἡμικρανικοί, die daran leiden, Medic.; auch ἡμικράνιος


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ημικρανία — Νόσος που χαρακτηρίζεται από δυνατό και επαναλαμβανόμενο πόνο συνήθως στη μια πλευρά του κεφαλιού, που επιδεινώνεται από το φως και συνοδεύεται πολύ συχνά από αίσθημα ναυτίας, εμετό και αίσθημα δυνατών παλμών στο κεφάλι. Οι κρίσεις η. διαρκούν… …   Dictionary of Greek

  • κατακρανία — η (Μ κατακρανία) εγκεφαλική πάθηση τών ζώων, ιδίως τών ιπποειδών. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + κρανία (< κρανίον), πρβλ. ετερο κρανία, ημι κρανία] …   Dictionary of Greek

  • ετεροκρανία — ἑτεροκρανία, ἡ (Α) η ημικρανία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + κρανία (< κρανίον), πρβλ. ημι κρανία] …   Dictionary of Greek

  • μιγκρένα — η ημικρανία, κεφαλόπονος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. migraine < λατ. hemigrania < ἡμι κρανία] …   Dictionary of Greek

  • Κονγκό, Λαϊκή Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό Κινσάσα Παλαιότερη ονομασία: Βελγικό Κονγκό (1908 60) / Ζαΐρ (1971 98) Έκταση: 2.345.410 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.861.100 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Κινσάσα (6.541.300 κάτ. το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”