- ἡμι-φαής
ἡμι-φαής, λάρναξ, halb erscheinend, d. i. halb offen, Leon. Tar. 67 (VII, 478).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἡμι-φαής, λάρναξ, halb erscheinend, d. i. halb offen, Leon. Tar. 67 (VII, 478).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ηλεκτροφαής — ἠλεκτροφαής, ές (Α) αυτός που λάμπει όπως το ήλεκτρο («τὰς ἠλεκτροφαεῑς αὐγάς», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλεκτρο * + φαης (< φάος, το), πρβλ. ημι φαής, παμ φαής] … Dictionary of Greek
ημιφαής — ἡμιφαής, ές (Α) αυτός που φαίνεται κατά το ήμισυ, μισάνοιχτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + φαης (< φάος, το, «φως»), πρβλ. αυτο φαής, πασι φαής] … Dictionary of Greek