ἡγεμονηΐς

ἡγεμονηΐς

ἡγεμονηΐς, ίδος, ἀρχή, = ἡγεμονία, Han. 4, 98.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ηγεμονηΐς — ἡγεμονηΐς, ίδος, ἡ (Α) [ηγεμών] ποιητ. τ. αντί ηγεμονίς* …   Dictionary of Greek

  • ηγεμονίς — ἡγεμονίς, ποιητ. τ. ἡγεμονηΐς, ἡ (Α) (θηλ. τού ἡγεμών) 1. αυτή που άρχει, πρώτη, κυρίαρχος, προεξάρχουσα («ἡγεμονίδες πόλεις», Στράβ.) 2. (και μτφ.) αυτή που προεξάρχει, που είναι πρώτη («δικαιοσύνη ἡ ἐν ἀρεταῑς ἡγεμονίς», Φιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν.… …   Dictionary of Greek

  • ηγεμόνας — ο, θηλ. ηγεμονίδα (AM ἡγεμών, θηλ. ἡγεμονίς και ποιητ. τ. ἡγεμονηΐς, Α δωρ. τ. ἁγεμών, αιολ. τ. ἀγίμων, θηλ. και ἡγεμών και ἡγεμόνισσα και ἡγεμόνη, δωρ. ἁγεμόνη) [ηγούμαι] 1. αυτός που ηγείται, ο ηγέτης, ο επικεφαλής 2. άρχων μιας χώρας, μονάρχης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”