ὡπόλλων, ion. u. dor. zsgzgn = ὁ Ἀπόλλων.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ωπόλλων — Α (ιων. και δωρ. τ.) κράση αντί ὁ Άπόλλων … Dictionary of Greek