ἠρι-γένεια

ἠρι-γένεια

ἠρι-γένεια, , heißt Eos, die früh (ἦρι) am Mor.gen Geborene, oder die aus dem Morgennebel (ἀήρ) Hervorgehende, Kind der Frühe, Hom. oft, auch allein, Ἠριγ., Od. 22, 197; Hes. th. 381; der Morgen, Theocr. 24, 39; Orph. Arg. 1183; Hesych. erkl. auch ἡ τὴν ἡμέραν γεννῶσα, den Tag, den Morgen hervorbringend, u. führt aus Aesch. (frg. 363) λέαινα ἠριγένεια, die im Frühling Gebärende, oder gar ἡ ἐν τῷ ἀέρι τίκτουσα an; Leon. Al. 26 (IX, 353) vrbdt γενέϑλιον ήριγένειαν, Geburtstagsmorgen. Eigtl. fem. zu


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιφιγένεια — Μυθολογικό πρόσωπο. Συνδέεται με τον μύθο της Άρτεμης και της Εκάτης. Κατά την αττική παράδοση, ήταν κόρη του Θησέα και της Ελένης, ο γνωστότερος όμως μύθος την παρουσιάζει ως τη μεγαλύτερη κόρη του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Σύμφωνα με… …   Dictionary of Greek

  • ηριγένεια — ἠριγένεια, ή (Α) 1. (για την Ηώ) αυτή που γεννήθηκε πρωί 2. το πρωί 3. η ημέρα 4. αυτή που γεννά κατά την άνοιξη («ἠριγένεια λέαινα», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Με την παθ. σημασία «αυτή που γεννήθηκε το πρωί» η λ. ηριγένεια < ήρι «νωρίς, πρωί», ενώ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”