- ῥῦτρον
ῥῦτρον, τό, Lohn, Opfer für Rettung, Befreiung, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ῥῦτρον, τό, Lohn, Opfer für Rettung, Befreiung, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ρύτρον — τὸ, Α ευχαριστήρια θυσία ή προσφορά για σωτηρία από νόσο ή από κίνδυνο («ῥῡτρα λυτήρια, σωτήρια, σῶστρα», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥῡ τού ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ ρον, σῶσ τρον)] … Dictionary of Greek