ῥῑνωτηρία

ῥῑνωτηρία

ῥῑνωτηρία, , ein Theil am Hinterende des Schiffes, ἐφολκίς; Poll. 1, 86; VLL.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ῥινωτηρία — ῥινωτηρίᾱ , ῥινωτηρία fem nom/voc/acc dual ῥινωτηρίᾱ , ῥινωτηρία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ρινωτηρία — η / ῥινωτηρία, ΝΑ ναυτ. σανίδωμα στην πλώρη τών ιστιοφόρων πλοίων κοντά στη ρίζα τού προβόλου, πάνω στο οποίο στέκονταν οι ναύτες που χειρίζονταν τους αρτέμονες, τους φλόκους …   Dictionary of Greek

  • ῥινωτηρίαν — ῥινωτηρίᾱν , ῥινωτηρία fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ՆԱՒԱՑՌՈՒԿ — ( ) NBH 2 0409 Chronological Sequence: 8c գ. Ցռուկ կամ քիթ նաւու երկայնեալ. ... Կայ յն. ῤινωτηρία pars navis prope carinam. *Շինեաց աշտարակս ժայռաւորս իբրեւ զնաւացռուկս. Խոր. ՟Գ. 59: (գուցէ լինի իմանալ եւ իբրեւ զցռկանաւս. ուստի կազմի եւ յաջորդ… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”