ῥοῦς

ῥοῦς

ῥοῦς, , att. zsgzgn statt ῥόος.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ρους — (I) ο / ῥοῡς, ΝΜΑ, και ιων. και ποιητ. τ. ῥόος και κυπρ. τ. ῥόFος, Α 1. η ροή, η κίνηση, το ρεύμα τού νερού (α. «ο ρους τού Αράχθου», β. «Βόσπορον ῥόον θεοῡ», Αισχύλ. γ. «ἱερὸν ῥόον Ἀλφειοῑο», Ομ. Ιλ.) 2. μτφ. φορά, κατεύθυνση, πορεία (α. «ο ρους …   Dictionary of Greek

  • ρούς — (II) ο / ῥοῡς, ΝΜΑ γένος, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, που ανήκει στην οικογένεια ανακαρδιίδες τής τάξης ρουτώδη, με 150 περίπου είδη φυλλοβόλων δένδρων, θάμνων και λιανών, από τα οποία στην Ελλάδα απαντούν αυτοφυή το είδος… …   Dictionary of Greek

  • ῥοῦς — ῥόος stream masc acc pl (attic) ῥόος stream masc nom sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • ουρί — (Uri). Ομόσπονδο καντόνι (1.076 τ. χλμ., περ. 34 000 κατ.) της κεντρικής Ελβετίας. Οι κάτοικοί του μιλούν τη γερμανική γλώσσα και ανήκουν στη Δυτ. Καθολική Εκκλησία. Πρωτεύουσα είναι η Άλτντορφ (8200 κάτ.), στη δεξιά όχθη του Ρόυς, όχι μακριά από …   Dictionary of Greek

  • πλουσιόρους — ουν, Α αυτός που έχει άφθονο νερό κατά τη ροή του, που κυλάει άφθονα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλούσιος + ρους (< ῥόος / ῥοῦς< ῥέω), πρβλ. καλλί ρους] …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Κονγκός — (Congο). Ποταμός (4.380 χλμ.) της Αφρικής, ο δεύτερος σε μήκος της αφρικανικής ηπείρου, μετά τον Νείλο, και ο δεύτερος στον κόσμο, μετά τον Αμαζόνιο, σε λεκάνη απορροής (3.690.000 τ. χλμ.) και σε παροχή νερού (75.000 κ.μ./δευτ. στις εκβολές).… …   Dictionary of Greek

  • Μάλι — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με την Αλγερία, στα Α με τη Δημοκρατία του Νίγηρα, στα Δ με τη Μαυριτανία και τη Σενεγάλη και στα Ν με τη Γουινέα, την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Μπουρκίνα Φάσο.Χώρα αποκλειστικά ηπειρωτική, χωρίς… …   Dictionary of Greek

  • Ανακαρδιίδες — (anacardiaceae).Οικογένεια δενδρωδών και θαμνωδών φυτών, ιθαγενών κυρίως των τροπικών περιοχών. Μερικά είδη φυτρώνουν και βορειότερα. Έχουν φύλλα πτεροειδή και άνθη μικρά, διγενή ή μονογενή δίοικα. Ο καρπός τους είναι δρύπη με ρητινώδες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”