ῥοδών

ῥοδών

ῥοδών, ῶνος, = ῥοδεών, so vermuthet Jacobs bei Rufin. 3 (V, 36) für ῥόδων.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ῥοδών — rose bed masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ροδών — ῶνος, ὁ, ΜΑ βλ. ροδώνας …   Dictionary of Greek

  • ῥόδων — ῥόδον rose neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δύο Ρόδων, πόλεμος των- — Εμφύλιος πόλεμος που διεξήχθη στην Αγγλία κατά το δεύτερο μισό του 15ου αι., μεταξύ των οπαδών του οίκου των Λάνκαστερ από τη μία πλευρά, που είχαν για έμβλημα ένα κόκκινο ρόδο, και του οίκου των Γιορκ από την άλλη, που είχαν για έμβλημα ένα… …   Dictionary of Greek

  • ῥοδῶνα — ῥοδών rose bed masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βουλγαρία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Β με τη Ρουμανία, στα Δ με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία (ΒΔ) και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΝΔ), στα Ν με την Ελλάδα και την Τουρκία, ενώ Α βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • ροδωνιά — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 95 μ.) του νομού Φθιώτιδας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (17 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και άλλος μικρότερος οικισμός, η Καρυά (υψόμ. 115 μ.). * * * η / ῥοδωνιά, ΝΜΑ, και ῥοδωνία και ροδονία, ΜΑ 1. τόπος κατάφυτος με… …   Dictionary of Greek

  • ρόδο — το / ῥόδον, ΝΜΑ και αιολ. τ. βρόδον, Α το άνθος τής ροδής, το τριαντάφυλλο (α. «ο Απρίλης με τα λουλούδια κι ο Μάης με τα ρόδα» β. «φύεται αὐτόματα ρόδα», Ηρόδ. γ. «οὔτε γὰρ ἐκ σκίλλης ῥόδα φύεται οὐδ ὑάκινθος», Θέογν.) νεοελλ. φρ. α) «ρόδο τής… …   Dictionary of Greek

  • Ερρίκος — I (Enrico, 1174 – 1216). Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (1205 16). Πήρε μέρος στην Δ’ Σταυροφορία (1201) και στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (1204). Ανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς το 1205, όταν ο αυτοκράτορας αδελφός του, Βαλδουίνος… …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Τιδόρ — (Tudor). Παλαιότερη γραφή Tυδώρ. Οικογένεια που κατάγεται από την Ουαλία και κατέλαβε τον θρόνο της Αγγλίας από το 1485 έως το 1603. Η ιστορία της οικογένειας μπορεί να αναχθεί στον Γόουιναπ Μέρεντιντ T., αυλικό του Ερρίκου E’. Παντρεύτηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”