ῥοιή

ῥοιή

ῥοιή, , ion. = ῥοιά, Her.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ροιή — ἡ, Α ῥόα* …   Dictionary of Greek

  • ῥοιῇ — ῥοίζομαι fut ind mp 2nd sg ῥοίζω water a horse fut ind mid 2nd sg ῥοιά pomegranate tree fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥοιή — ῥοιά pomegranate tree fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κόκκος — ο (AM κόκκος) 1. πολύ μικρού μεγέθους καρπός που συνήθως μαζί με άλλους αποτελεί τον κυρίως καρπό, όπως τού σιταριού, τής ροδιάς, τής παπαρούνας κ.ά. φυτών, σπυρί («τοσοῡτο πλῆθος γενέσθαι, ὅσοι ἐν τῇ ῥοιῇ κόκκοι», Ηροδ.) 2. μτφ. ελάχιστη… …   Dictionary of Greek

  • ροιά — η / ῥοιά, ΝΜΑ, και ιων. τ. ῥοιή και ῥόα και ῥοά και ῥοή Α λόγια ονομασία τής ροδιάς νεοελλ. 1. εκρηκτικό βλήμα, παλαιός τύπος χειροβομβίδας που είχε σχήμα ροδιού 2. φρ. «ροιά φλογοβόλος» διακοσμητική αναπαράσταση τού βλήματος με φλόγα να βγαίνει… …   Dictionary of Greek

  • χροιά — η, ΝΜΑ, και αττ. τ. χρόα και επικ. και ιων. τ. χροιή Α 1. χρώμα, χρωματισμός (α. «αυτό το πλακάκι έχει παράξενη χροιά» β. «αἱ χρόαι ἅπασαι μεμιγμέναι ἐκ τριῶν, τοῡ φωτός, καὶ δι ὧν φαίνεται τὸ φῶς, καὶ τῶν ὑποκειμένων χρωμάτων», Αριστοτ.) 2.… …   Dictionary of Greek

  • κυροίη — κυρέω hit pres opt act 3rd sg κῡροίη , κυρόω confirm pres opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλυαροίη — φλυᾱροίη , φλυαρέω talk nonsense pres opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναιροίη — ἀναιρέω take up pres opt act 3rd sg ἀναιρέω take up pres opt act 3rd sg ἀναῑροίη , ἀνιερόω dedicate pres opt act 3rd sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”