- παγ-κρατησία
παγ-κρατησία, ἡ, bei Philo, alleiniger Besitz.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παγ-κρατησία, ἡ, bei Philo, alleiniger Besitz.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χειροκρατησία — ἡ, Α βίαιη σύλληψη. [ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο) * + κρατησία (< κρατής < κράτος), πρβλ. παγ κρατησία] … Dictionary of Greek