πνευματ-ώδης

πνευματ-ώδης

πνευματ-ώδης, ες, 1) dem Winde ähnlich, ψυχαί, S. Emp. adv. phys. 1, 71; – windig, voll Wind, aufgeblasen, gebläht, engbrüstig; auch γράμματα, aspirata, Plat. Crat. 427 a. – 2) blähend, von Speisen, Ath. VIII, 357 c.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κοιλιώδης — κοιλιώδης, ῶδες (AM) αυτός που μοιάζει με κοιλιά, αυτός που έχει σχήμα κοιλιάς («ὑποδοχαὶ κοιλιώδεις», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κοιλία + κατάλ. ώδης (πρβλ. πνευματ ώδης, σωματ ώδης)] …   Dictionary of Greek

  • κορασιώδης — κορασιώδης, ῶδες (Α) αυτός που αρμόζει σε κοράσια, κοριτσίστικος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοράσιον + κατάλ. ώδης (πρβλ. κυματ ώδης, πνευματ ώδης)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”