ἰλύσπᾱσις

ἰλύσπᾱσις

ἰλύσπᾱσις, , die wurmförmige Bewegung, Arist. inc. an. 9, v. l. εἴλησις.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιλύσπασις — ἰλύσπασις, άσεως, ἡ (Α) [ιλυσπώμαι] συστροφή, περιστροφική, ελικοειδής κίνηση …   Dictionary of Greek

  • ἰλύσπασις — crawling fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰλυσπάσει — ἰλυσπά̱σει , εἰλυσπάομαι fut ind mp 2nd sg (doric aeolic) ἰλύσπασις crawling fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἰλυσπάσεϊ , ἰλύσπασις crawling fem dat sg (epic) ἰλύσπασις crawling fem dat sg (attic ionic) ἰ̱λυσπά̱σει , ἰλυσπάομαι crawl fut ind mp… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰλυσπάσεως — ἰλυσπάσεω̆ς , ἰλύσπασις crawling fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”