- ἰδιο-νομία
ἰδιο-νομία, ἡ, = αὐτονομία, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἰδιο-νομία, ἡ, = αὐτονομία, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιδιονομία — ἰδιονομία, ἡ (Μ) η αυτονομία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο * + νομία (< νομος < νόμος), πρβλ. αγορα νομία, παρα νομία] … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek