- ἱερο-θύτης
ἱερο-θύτης, ὁ, Opferpriester; Paus. 8, 42, 8; Inscr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἱερο-θύτης, ὁ, Opferpriester; Paus. 8, 42, 8; Inscr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ζωοθύτης — ζῳοθύτης, ὁ (Α) αυτός που θυσιάζει ζώα, ο θυσιαστής ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο) (ΙΙ)* + θύτης (< θύω) πρβλ. ιερο θύτης, μηλο θύτης] … Dictionary of Greek
μηλοθύτης — μηλοθύτης, ὁ (Α) 1. ιερέας που θυσίαζε πρόβατα 2. φρ. «μηλοθύτης βωμός» βωμός πάνω στον οποίο γίνονταν θυσίες προβάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (ΙΙ) «πρόβατον» + θύτης (< θύτης < θύω), πρβλ. ιερο θύτης] … Dictionary of Greek