- ἶερο-κήρυξ
ἶερο-κήρυξ, ῡκος, ὁ, Opferherold, Opferdiener; Dem. 59, 78; Hermias Ath. IV, 149 e; Inscr., die auch das Verbum ἱεροκηρυκέω haben.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἶερο-κήρυξ, ῡκος, ὁ, Opferherold, Opferdiener; Dem. 59, 78; Hermias Ath. IV, 149 e; Inscr., die auch das Verbum ἱεροκηρυκέω haben.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεγακήρυξ — μεγακήρυξ, υκος, ὁ (Μ) (για τον Χριστό) ο μεγάλος κήρυκας. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγα * + κήρυξ (πρβλ. ιερο κήρυξ)] … Dictionary of Greek
Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, Ιερά Αρχιεπισκοπή — Ιδρύθηκε ως μητρόπολη το 1922. Έγινε αρχιεπισκοπή αρχικά το 1954· το 1962 διαιρέθηκε σε τέσσερις μητροπόλεις και το 1968 έγινε πάλι αρχιεπισκοπή. Υπάγεται στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Ο αρχιεπίσκοπος Θυατείρων … Dictionary of Greek