- παντ-άγαθος
παντ-άγαθος, zu Allem gut, für Alles heilsam, Kräuter u. dgl., Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παντ-άγαθος, zu Allem gut, für Alles heilsam, Kräuter u. dgl., Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παντάγαθος — ον, ΜΑ αγαθός σε όλα, πανάγαθος αρχ. ωφέλιμος για όλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο) * + ἀγαθός] … Dictionary of Greek
παν- — και παμ και παγ (ΑΜ παν και παμ και παγ ) α συνθετικό ονομάτων και ρημάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο ουδέτερο παν (με ᾰ βραχύ) τού επιθ. πᾱς*. Το ν του α συνθετικού διατηρείται όταν το β συνθετικό αρχίζει από φωνήεν ή… … Dictionary of Greek