ἱππ-άρχης

ἱππ-άρχης

ἱππ-άρχης, , = ἵππαρχος; Pol. 10, 22; D. Hal. 7, 4; Plut. Timol. 32; Inscr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιππάρχης — ἱππάρχης, δωρ. τ. ἱππάρχας, ὁ (Α) ίππαρχος* («κατασταθεὶς ὑπὸ τῶν Αχαιῶν ἱππάρχης ἐν τοῑς προειρημένοις καιροῑς», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + άρχης (< ἄρχω), πρβλ. γυμνασι άρχης, στρατ άρχης] …   Dictionary of Greek

  • ιππιλάρχης — ἱππιλάρχης, ὁ (Α) αρχηγός ιππέων στρατιωτών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + ἰλ άρχης (< ἴλη + άρχης < ἄρχω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”