ἔξ-αρνος

ἔξ-αρνος

ἔξ-αρνος, ableugnend; ἔξαρνος εἶναι, leugnen, Ggstz ὁμολογεῖν, Plat. Charm. 158 c u. öfter; Ar. Nubb. 1230; Andoc. 1, 12 u. A.; ἔξαρνος ἦν μὴ ἀποκτεῖναι, er leugnete, getödtet zu haben, Her. 3, 66; ἔξαρνός ἐστι μηδ' ἰδεῖν με πώποτε Ar. Plut. 241; Plat. Soph. 260 d u. Sp.; ohne μή, Plat. Hipp. mai. 288 c; ἔξ. γίγνεσϑαι τὴν μαρτυρίαν Is. 3, 21; τὰς συνϑήκας Dem. 23, 171; περί τινος, ibd. 176; ὑπέρ τινος, D. Hal. 7, 34; οὐκ ἂν ἐξ. γένοιο μὴ οὐκ ἐμὸς υἱὸς εἶναι Luc. D. Mart. 14, 1.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀρνός — masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Άρνος — (Αrnο). Ποταμός (241 χλμ.) της κεντρικής Ιταλίας· πηγάζει από το όρος Φαλτερόνα των Απενίνων και εκβάλλει στην Τυρρηνική θάλασσα. Έχει λεκάνη απορροής 8.247 τ. χλμ. Στην αρχή ρέει στα ΝΑ, ύστερα στρέφεται στα ΒΔ και περνά από τη Φλωρεντία και την …   Dictionary of Greek

  • ἀρνῶν — ἀρνός masc/fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνα — ἀρνός masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνας — ἀρνός masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνασι — ἀρνός masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνασιν — ἀρνός masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνε — ἀρνός masc/fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνες — ἀρνός masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνεσσι — ἀρνός masc/fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄρνεσσιν — ἀρνός masc/fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”