παν-σθενής

παν-σθενής

παν-σθενής, ές, allkräftig, allgewaltig, Sp., VLL.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πανσθενής — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284 305) ή επί Μαξιμιανού (286 305), μαζί με άλλους τριάντα έξι μάρτυρες στη Βιζύη ή στη Φιλιππούπολη. Είναι γνωστοί ως οι τριάκοντα επτά μάρτυρες οι εν Βιζύη (AZ’). Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”