- ἔκ-ριψις
ἔκ-ριψις, ἡ, das Herauswerfen, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἔκ-ριψις, ἡ, das Herauswerfen, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ῥῖψις — throwing fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥίψις — ῥί̱ψῑς , ῥῖψις throwing fem acc pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ρίψις — ίψεως, ἡ, ΜΑ βλ. ρίψη … Dictionary of Greek
ῥῖψιν — ῥῖψις throwing fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ρίψη — η / ῥῑψις, ίψεως, ΝΜΑ [ῥίπτω] το να ρίχνει κανείς κάτι, βολή, εκσφενδόνιση (α. «μέτρια ρίψη, πολύ κάτω από το ατομικό του ρεκόρ» β. «τὴν ῥῑψιν αὐτῶν εἰς τὸν βυθόν», Στράβ. γ. «τοξικὴ καὶ πᾱσα ῥῑψις», Πλάτ.) νεοελλ. στον πληθ. οι ρίψεις τα… … Dictionary of Greek
ῥίψει — ῥί̱ψει , ῥίπτω throw aor subj act 3rd sg (epic) ῥί̱ψει , ῥίπτω throw fut ind mid 2nd sg ῥί̱ψει , ῥίπτω throw fut ind act 3rd sg ῥί̱ψει , ῥῖψις throwing fem nom/voc/acc dual (attic epic) ῥί̱ψεϊ , ῥῖψις throwing fem dat sg (epic) ῥί̱ψει , ῥῖψις… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥίψεις — ῥί̱ψεις , ῥίπτω throw aor subj act 2nd sg (epic) ῥί̱ψεις , ῥίπτω throw fut ind act 2nd sg ῥί̱ψεις , ῥῖψις throwing fem nom/voc pl (attic epic) ῥί̱ψεις , ῥῖψις throwing fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Serif — For other uses, see Serif (disambiguation). Sans serif font Serif font … Wikipedia
GYMNASTICA — Graece Γυμναςτικὴ, Latin. Ars exercitatoria, finitore Galeno l. ad Thras. ἐπιςτήμη ἐςτὶ τῆς εν πᾶσι γυμνασίοις δυν´αμεως, quoe omnium exercitationnum facultates novit. Mercuriali est Facultas quaedam omnium exercitationum facultates contemplans,… … Hofmann J. Lexicon universale
ρίμμα — ίμματος, τὸ, Α [ῥίπτω] 1. κίνηση, τίναγμα 2. (κατά τον Ηρωδ.) «ἡ ῥῑψις καὶ τὸ βέλος» … Dictionary of Greek
ρίψιμον — τὸ, Μ [ῥῑψις] αποπάτημα, κόπρος … Dictionary of Greek