πεῖν

πεῖν

πεῖν, gemeine Form statt πιεῖν, vgl. Lucill. 28 (XI, 140) u. Jacobs A. P. p. 684.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Πέιν, Τόμας — (Paine Thomas, Θέτφορντ, Νόρφοκ 1737 – Νέα Υόρκη 1809). Άγγλος πολιτικός και συγγραφέας. Ύστερα από μια ζωή άσωτη και τυχοδιωκτική, εγκαταστάθηκε το 1774 στη Φιλαδέλφεια, όπου τον είχε στείλει ο Βενιαμίν Φραγκλίνος. Εκεί ο Π. βρήκε το κατάλληλο… …   Dictionary of Greek

  • Πέιν, Ρότζερ — (Paine). Άγγλος βιβλιοδέτης. Ένας από τους εισηγητές της βιβλιοδετικής τέχνης στη χώρα του. Τα βιβλία που βιβλιοδέτησε είναι σήμερα περιζήτητα από τους συλλέκτες. Τα αξιολογότερα επιτεύγματά του είναι φιλοτεχνημένα σε μαροκινό δέρμα, χρώματος… …   Dictionary of Greek

  • Τζέιμς, Τζορτζ Πέιν Ρένσφορντ — (James, 1800 – 1860). Άγγλος συγγραφέας. Μαθητής του Βάλτερ Σκοτ και του Βάσιγκτον Ίρβινγκ, υπήρξε ο γονιμότερος και δημοφιλέστερος μυθιστοριογράφος της εποχής του. Έγραψε περισσότερα από 100 μεγάλα διηγήματα και μυθιστορήματα, ιδίως ιστορικά,… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • — ῶ, ΝΜΑ κατάληξη τών συνηρημένων ενεργητικών ρημάτων σε άω (πρβλ. νελ άω, ώ/ῶ, τιμ άω, ώ/ῶ), σε έω (πρβλ. βοηθέω, ώ/ῶ, φρουρ έω, ώ/ῶ) και ήω (πρβλ. ζ ήω, ώ/ῶ, πειν ήω, ώ/ῶ) όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, καθώς και σε όω (πρβλ. κυρτ όω, ῶ, ορθ όω …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοδεσία — Σύνολο εργασιών με τις οποίες συναρμολογείται σε τόμο ένα βιβλίο με τη συρραφή ορισμένου αριθμού τυπογραφικών φύλλων και την επικόλληση εξωτερικού περιβλήματος. Στην καθημερινή ομιλία, o όρος χρησιμοποιείται και για να υποδηλώσει μόνο το… …   Dictionary of Greek

  • βιογραφία — Έργο που εξιστορεί τη ζωή ενός ανθρώπου με την αναφορά στο σύνολο των στοιχείων εκείνων τα οποία αποκαλύπτουν την ψυχολογική του ιδιοσυστασία και την πνευματική του προσωπικότητα και συνάμα ορίζουν το πλέγμα των πολύπλευρων δεσμών του με το… …   Dictionary of Greek

  • επανάσταση — Η ριζική μεταβολή μιας ορισμένης τάξης πολιτικών και κοινωνικών πραγμάτων, η οποία, σε γενικές γραμμές, βασίζεται στην υποτιθέμενη ή στην πραγματική θέληση των λαϊκών μαζών και πραγματώνεται οργανωμένα και συνειδητά με μια ενέργεια περισσότερο ή… …   Dictionary of Greek

  • ηγαλέος — ἠγαλέος, α, ον (Α) θρυμματισμένος, σπασμένος σε κομμάτια. [ΕΤΥΜΟΛ. < *αγ αλέος < άγνυμι «σπάω» + κατάλ. αλέος (πρβλ. πειν αλέος, φρικ αλέος) το η πιθ. από μετρ. έκταση (πρβλ. ηγάθεος)] …   Dictionary of Greek

  • ιππαλέος — ἱππαλέος, α, ον (Α) [ίππος] μτγν. ποιητ. τ. αντί ιππικός*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππ ος + κατάλ. αλέος (πρβλ. διψ αλέος, πειν αλέος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”