ἑξ-ώβολος

ἑξ-ώβολος

ἑξ-ώβολος, sechs Obolen werth, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πεντώβολος — ον, Α 1. αυτός που έχει αξία πέντε οβολών 2. (το ουδ. ως επίρρ.) πεντώβολον αντί ημερήσιας αμοιβής πέντε οβολών 3. φρ. «κυλίκιον τοῡ πεντωβόλου» κύλικας χωρητικότητας οίνου που αξίζει πέντε οβολούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντ (βλ. πεντα ) + ώβολος (<… …   Dictionary of Greek

  • τετρώβολος — ον, ουδ. και τετραόβολον Α 1. αυτός που ανέρχεται σε τέσσερεις οβολούς («τὸ κεφάλαιον εἰς ἄλλον πενταετῆ συνεγράψατο χρόνον τόκου τετρωβόλου», επιγρ. Τήνου) 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ τετρώβολος απλός στρατιώτης 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ τετρώβολον και… …   Dictionary of Greek

  • οκτώβολος — ὀκτώβολος, ον (Α) 1. (συν. για φόρο, εισφορά) αυτός που αποτελείται από οκτώ οβολούς 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ ὀκτώβολοι οκτώ οβολοί. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτώ + ὀβολός (πρβλ. τετρ ώβολος). Το ω τού τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

  • υπώβολος — και δωρ. τ. ὑπώδελος, ον, Α υποθηκευμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ώβολος / ώδελος (< ὀβολός / ὀβελός / ὀδελός), πρβλ. τριώβολον / τρι ώδελον. Το ω τού τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”