- ὑμήν [2]
ὑμήν, ένος, ὁ (s. nom. pr.), wie ὑμέναιος, der Hochzeitsgesang [υ bei den griechischen Dichtern immer lang].
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑμήν, ένος, ὁ (s. nom. pr.), wie ὑμέναιος, der Hochzeitsgesang [υ bei den griechischen Dichtern immer lang].
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑμήν — 1 thin skin masc nom/voc sg ὑμήν 2 thin skin masc nom/voc sg ὑ̱μήν , ὑμός your fem acc sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὑμήν — Hymen masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Υμήν — ένος, ὁ, Α 1. ο θεός τού γάμου, ο Υμέναιος·2. (ως προσηγορικό) το γαμήλιο άσμα, ο υμέναιος. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. είναι ταυτόσημη με την ὑμήν, ένος (βλ. λ. υμένας), υπαινισσόμενη μέσω τού γαμήλιου άσματος τα τυπικά που… … Dictionary of Greek
υμήν — ένος, ὁ, ΜΑ βλ. υμένας … Dictionary of Greek
Гименей — (Ύμήν, Ύμήναιος): 1) Название особого рода хоровой песни у древних, певшейся при проводах невесты в дом жениха юношами и девицами. Постоянным припевом ее было: Ύμήν ώ, Ύμέναι ώ . 2) Божество брака, собственно олицетворенная брачная песнь. Г.… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
ὑμένα — ὑμήν 1 thin skin masc acc sg ὑμήν 2 thin skin masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμένας — ὑμήν 1 thin skin masc acc pl ὑμήν 2 thin skin masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμένες — ὑμήν 1 thin skin masc nom/voc pl ὑμήν 2 thin skin masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμένεσσι — ὑμήν 1 thin skin masc dat pl (epic aeolic) ὑμήν 2 thin skin masc dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμένεσσιν — ὑμήν 1 thin skin masc dat pl (epic aeolic) ὑμήν 2 thin skin masc dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμένι — ὑμήν 1 thin skin masc dat sg ὑμήν 2 thin skin masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)