- ἑλκυστίνδα
ἑλκυστίνδα, = διελκυστίνδα, Eust. Il. 1111, 24.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑλκυστίνδα, = διελκυστίνδα, Eust. Il. 1111, 24.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ελκυστίνδα — ἑλκυστίνδα (Α) διελκυστίνδα … Dictionary of Greek
ἑλκυστίνδα — indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)