- ἑβδεμήκοντα
ἑβδεμήκοντα, dor. = ἑβδομήκοντα, Inscr. Tab. Heracl.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑβδεμήκοντα, dor. = ἑβδομήκοντα, Inscr. Tab. Heracl.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ … Dictionary of Greek