- ἑξα-μερής
ἑξα-μερής, ές, sechstheilig, Longin. fr. 3, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑξα-μερής, ές, sechstheilig, Longin. fr. 3, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εφεξαμερής — ἐφεξαμερής, ὁ (Α) αριθμός που περιέχει μία ακέραια μονάδα και το ένα έκτο της (1+1/6). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἑξα μερής (< ἕξ + μερής < μέρος), πρβλ. δı μερής, πολυ μερής] … Dictionary of Greek
οκταμερής — ὀκταμερής, ές (Α) αυτός που αποτελείται από οκτώ μέρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα (βλ. λ. οκτώ) + μερής (< μέρος), πρβλ. εξα μερής] … Dictionary of Greek
πενταμερής — ές, ΝΑ αυτός που σύγκειται από πέντε μέρη νεοελλ. το αρσ. ως ουσ. ο πενταμερής βιολ. ονομασία ενός άνθους, ενός αστερία ή κάθε άλλου οργάνου ή οργανισμού με ακτινωτή συμμετρία τής τάξης 5, όπου κάθε σύνολο αποτελείται από 5, ή πολλαπλάσιά του,… … Dictionary of Greek
εξαμερής — ές (AM ἑξαμερής, ές) αυτός που αποτελείται από έξι μέρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξα < ἕξ (πρβλ. εξάγραμμα) + μερής < μέρος] … Dictionary of Greek