ὑδρωπικός

ὑδρωπικός

ὑδρωπικός, zum ὕδρωψ gehörig, wassersüchtig; Arist. probl. 3, 5; Pol. 13, 2, 6.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ὑδρωπικός — suffering from dropsy masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υδρωπικός — ή, ό / ὑδρωπικός, ή, όν, ΝΑ [ὕδρωψ, ωπος] 1. (για πρόσ.) αυτός που πάσχει από υδρωπικία 2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ύδρωπα ή και αυτός που προέρχεται από την παραπάνω νόσο (α. «υδρωπικά συμπτώματα» β. «ὑδρωπικαὶ ἐκδηλώσεις», Ορειβ.) αρχ …   Dictionary of Greek

  • υδρωπικός, -ή — ό 1. που έχει σχέση με την υδρωπικία (βλ. λ.), που προέρχεται από υδρωπικία: Υδρωπικά συμπτώματα. 2. αυτός που πάσχει από υδρωπικία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑδρωπικά — ὑδρωπικός suffering from dropsy neut nom/voc/acc pl ὑδρωπικά̱ , ὑδρωπικός suffering from dropsy fem nom/voc/acc dual ὑδρωπικά̱ , ὑδρωπικός suffering from dropsy fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικῶν — ὑδρωπικός suffering from dropsy fem gen pl ὑδρωπικός suffering from dropsy masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικόν — ὑδρωπικός suffering from dropsy masc acc sg ὑδρωπικός suffering from dropsy neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικαῖς — ὑδρωπικός suffering from dropsy fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικοῖς — ὑδρωπικός suffering from dropsy masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικοῖσι — ὑδρωπικός suffering from dropsy masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικοί — ὑδρωπικός suffering from dropsy masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδρωπικοῦ — ὑδρωπικός suffering from dropsy masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”