- ἑκάστοθι
ἑκάστοθι, = ἑκασταχόϑι, Od. 3, 8 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑκάστοθι, = ἑκασταχόϑι, Od. 3, 8 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑκάστοθι — for each indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκάστοθ' — ἑκάστοθι , ἑκάστοθι for each indeclform (adverb) ἑκάστοτε , ἑκάστοτε each time indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προέχω — ΝΜΑ προὔχω Α 1. εξέχω προς τα εμπρός, προεξέχω («ἀκτὴ προέχουσα ἐς τὸν πόντον», Ηρόδ.) 2. μτφ. είμαι ανώτερος, υπερέχω («ἱστορέων δὲ εὕρισκε Λακεδαιμονίους καὶ Ἀθηναίους προέχοντας, τοὺς μὲν τοῡ Δωρικοῡ γένους, τοὺς δὲ τοῡ Ἰωνικοῡ», Ηρόδ.) 3. (το … Dictionary of Greek