ἑκατοστιαῖος

ἑκατοστιαῖος

ἑκατοστιαῖος, = ἑκατοστός, Inscr. I p. 423, 4.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • εκατοστιαίος — α, ο αριθμητικός όρος που αναφέρεται σε κλάσματα τών οποίων ο παρονομαστής είναι εκατό ή σε αναλογίες στις οποίες ο αριθμός εκατό λαμβάνεται ως βάση («εκατοστιαία κλάσματα, εκατοστιαία αναλογία») …   Dictionary of Greek

  • εκατοστιαίος — α, ο (μαθ.) 1. (για κλάσματα), που ο παρονομαστής είναι εκατό: Το 3/100 και το 27/100 είναι εκατοστιαία κλάσματα. 2. (για αναλογίες), που ο αριθμός εκατό είναι η βάση: Εκατοστιαία αναλογία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”