ἑκασταχοῦ, überall; Thuc. 3, 82; Plat. Phaedr. 257 e u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
εκασταχού — ἑκασταχοῡ (AM) επίρρ. 1. σε κάθε τόπο, παντού, οπουδήποτε 2. κατά διαστήματα, που και που, εδώ κι εκεί … Dictionary of Greek
ἑκασταχοῦ — everywhere indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)