ὑψί-πρυμνος

ὑψί-πρυμνος

ὑψί-πρυμνος, mit hohem Hintertheile, Strab. 4, 4,1.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χρυσόπρυμνος — ον, Α αυτός που έχει χρυσή πρύμνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + πρυμνος (< πρύμνη), πρβλ. ὑψί πρυμνος] …   Dictionary of Greek

  • υψίπρυμνος — η, ο / ὑψίπρυμνος, ον, ΝΜΑ, και ὑψόπρυμνος Α αυτός που έχει ψηλή πρύμνη νεοελλ. φρ. «υψίπρυμνο πλοίο» ή, απλώς, «το υψίπρυμνο» ναυτ. πλοίο με υψηλή πρύμνη, χαρακτηριστικό τών πλοίων τού μεσαίωνα, στα οποία η πρύμνη έφερε ογκώδες υπερστέγασμα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”