- ἑτερο-γάστριος
ἑτερο-γάστριος, als Ggstz von ὁμογάστριος, aus einem andern Mutterleibe,.Schol. Hes. O. 374.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑτερο-γάστριος, als Ggstz von ὁμογάστριος, aus einem andern Mutterleibe,.Schol. Hes. O. 374.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ετερογάστριος — (heterogaster). Έντομα της οικογένειας των λυγαϊδών, που συγκροτούν ιδιαίτερο γένος. Πρόκειται για μικρά έντομα, που ζουν κυρίως σε ημιορεινές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. * * * ἑτερογάστριος, ον (Μ) (για αδέλφια) αυτός που… … Dictionary of Greek
ομογάστριος — α, ο (Α ὁμογάστριος, ον) αυτός που γεννήθηκε από την ίδια μητέρα με κάποιον άλλο, ομομήτριος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο) * + γάστριος (< γαστήρ, γαστρός), πρβλ. ετερο γάστριος] … Dictionary of Greek