ἑτερο-παχής

ἑτερο-παχής

ἑτερο-παχής, ές, auf einer Seite, also ungleich dick, Hathem.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ισοπαχής — ές (Α ἰσοπαχής, ές) ίσος κατά το πάχος ή την πυκνότητα με άλλον (νεολλ.) φρ. (μετεωρ.) «ισοπαχείς γραμμές ή καμπύλες» γραμμές πάνω σε μετεωρολογικό χάρτη που συνδέουν όλους τους τόπους πάνω από τους οποίους το πάχος ενός στρώματος τής ατμόσφαιρας …   Dictionary of Greek

  • ετεροπαχής — ἑτεροπαχής, ές (Α) ο άνισα παχύς, αυτός που είναι παχύς στο ένα μέρος («ξύλα ἑτεροπαχῆ»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + παχής (< πάχος), πρβλ. ισο παχής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”