- ὑπο-μενητικός
ὑπο-μενητικός, ή, όν, = ὑπομενετικός, bei Plat. det. 412 b u. 416 v. l. für ὑπομονητικός.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-μενητικός, ή, όν, = ὑπομενετικός, bei Plat. det. 412 b u. 416 v. l. für ὑπομονητικός.
http://www.zeno.org/Pape-1880.