- ὑπο-μερίζω
ὑπο-μερίζω, Unterabtheilungen machen (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-μερίζω, Unterabtheilungen machen (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπομερίζει — ὑπό μερίζω divide pres ind mp 2nd sg ὑπό μερίζω divide pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίσαντα — ὑπό μερίζω divide aor part act neut nom/voc/acc pl ὑπό μερίζω divide aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομεριεῖς — ὑπό μερίζω divide fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίζοντες — ὑπό μερίζω divide pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίζοντος — ὑπό μερίζω divide pres part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίζων — ὑπό μερίζω divide pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίσῃς — ὑπό μερίζω divide aor subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπομερίσας — ὑπομερίσᾱς , ὑπό μερίζω divide aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)