- ὑπο-καθ-έζομαι
ὑπο-καθ-έζομαι (s. ἕζομαι), = ὑποκάϑημαι, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-καθ-έζομαι (s. ἕζομαι), = ὑποκάϑημαι, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οδός — Ο όρος υποδηλώνει συνοπτικά μία ζώνη εδάφους η οποία έχει προετοιμαστεί κατάλληλα για να διευκολύνει τη μεταφορά πεζών και οχημάτων και για να εξυπηρετεί τις μεταφορές και τη συγκοινωνία μεταξύ των διάφορων σημείων μιας περιοχής ή ενός οικισμού.… … Dictionary of Greek