- ὑπο-κελεύω
ὑπο-κελεύω (s. κελεύω), das Geschäft des κελευστής versehen, ein Schifferlied anstimmen, Luc. Cat. 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-κελεύω (s. κελεύω), das Geschäft des κελευστής versehen, ein Schifferlied anstimmen, Luc. Cat. 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Θάσος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ποσειδώνα ή του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα, και της Τηλέφασσας. Ενώ βρισκόταν σε αναζήτηση της Ευρώπης, ανακάλυψε τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου του νησιού που αργότερα έφερε το όνομά του και ίδρυσε αποικία… … Dictionary of Greek