- ὑπο-τήκω
ὑπο-τήκω, allmälig schmelzen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-τήκω, allmälig schmelzen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑποτήκει — ὑπό τήκω melt pres ind mp 2nd sg ὑπό τήκω melt pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποτετῆχθαι — ὑπό τήκω melt perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποτήκεται — ὑπό τήκω melt pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποτήκων — ὑπό τήκω melt pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τήξη — Η μετάβαση μιας ουσίας από την κατάσταση του στερεού στην κατάσταση του υγρού. Κάθε ουσία κάτω από σταθερή πίεση έχει μια χαρακτηριστική θερμοκρασία τ. ή σημείο τήξης. Ο προσδιορισμός του σημείου τ. έχει μεγάλη σημασία στην οργανική χημεία για… … Dictionary of Greek
τηκεδών — όνος, ἡ, ΜΑ, και δωρ. τ. τακεδών Α (για χιόνι) τήξη, λειώσιμο («διαλυομένων ὑπὸ τῆς θερμασίας τῶν πάγων, πολλὴν τηκεδόνα γίνεσθαι», Διόδ.) αρχ. 1. μαρασμός, βαθμιαία, συνεχής φθορά τού σώματος («οὔτε τις οὖν μοι νοῡσος ἐπήλυθεν, ἥτε μάλιστα… … Dictionary of Greek