ὑπο-τελής

ὑπο-τελής

ὑπο-τελής, ές, Abgaben zu entrichten verpflichtet, φόρου, zinsbar, Thuc. 1, 66; steuerpflichtig, dah. unterwürfig, 5, 111, vgl. 7, 57; Plut. Cim. 11, oft; – Lohn od. Sold empfangend, μισϑοῠ Luc. Merc. cond. 36. – S. auch das Folgde.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ευτελής — ές (ΑΜ εὐτελής, ές) 1. αυτός που έχει χαμηλή τιμή, φθηνός, προσιτός, οικονομικός, ολιγοδάπανος, ολιγοέξοδος 2. (συνεκδ. για καταστάσεις, ιδιότητες, ενέργειες, πράγματα) ανάξιος λόγου, αυτός που είναι κατώτερης ποιότητας, ο μειονεκτικός, ο… …   Dictionary of Greek

  • ημιτελής — ές (Α ἡμιτελής, ές) μισοτελειωμένος, μισοφτιαγμένος αρχ. 1. (για πρόσωπα) αυτός που δεν είναι ψυχικά ή πνευματικά άρτιος 2. (για βρέφος) αυτός που δεν έχει συμπληρώσει τους όρους μιας τέλειας κατάστασης, αυτός που δεν έχει φθάσει σε τελειότητα 3 …   Dictionary of Greek

  • κοινοτελής — κοινοτελής, ές (Α) αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την πολιτεία («δόγμα κοινοτελές», επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + τελής (< τέλος), πρβλ. ευ τελής, υπο τελής] …   Dictionary of Greek

  • συντελής — ές, Α 1. αυτός που πληρώνει από κοινού με άλλον φόρους («αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῑς οὖσαι ἀπέδοσαν», επιγρ.) 2. αυτός που πληρώνει φόρο σε κάποιον, που είναι φόρου υποτελής σε κάποιον 3. αυτός που συνεργεί σε κάτι 4. μτφ. συνδεδεμένος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”