- ὑπο-τυπωτικός
ὑπο-τυπωτικός, ή, όν, im Umrisse, kompendiarisch, τρόπος τῆς συγγραφῆς S. Emp. pyrrh. 1, 239. – Adv., καὶ συντόμως ib. 2, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-τυπωτικός, ή, όν, im Umrisse, kompendiarisch, τρόπος τῆς συγγραφῆς S. Emp. pyrrh. 1, 239. – Adv., καὶ συντόμως ib. 2, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.