- ὑπο-σαγής
ὑπο-σαγής, ές, unter dem Saumsattel gehend, ὄνος, Lastesel, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-σαγής, ές, unter dem Saumsattel gehend, ὄνος, Lastesel, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λέπαδνο — το (Α λέπαδνον και λέπαμνον) νεοελλ. δερμάτινος ιμάντας που συνάπτεται στο πίσω μέρος τής σαγής τού ίππου για να τόν εμποδίζει να λακτίζει αρχ. 1. ιμάντας που συνδέει τον ζυγό με τον μασχαλιστήρα τών υποζυγίων («ἅρμασιν δ ὕπο ζεύγνυσιν αὐτὼ καὶ… … Dictionary of Greek