- ὑπο-σμύχω
ὑπο-σμύχω, an einem langsamen, gelinden, schmauchenden Feuer allmälig verbrennen, wie pass., Ap. Rh. 2, 445; auch übertr. von verborgener Liebesglut, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-σμύχω, an einem langsamen, gelinden, schmauchenden Feuer allmälig verbrennen, wie pass., Ap. Rh. 2, 445; auch übertr. von verborgener Liebesglut, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑποσμυχόμενον — ὑποσμῡχόμενον , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part mp masc acc sg ὑποσμῡχόμενον , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμύχει — ὑποσμύ̱χει , ὑπό σμύχω burn in a slow pres ind mp 2nd sg ὑποσμύ̱χει , ὑπό σμύχω burn in a slow pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμύχουσι — ὑποσμύ̱χουσι , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ὑποσμύ̱χουσι , ὑπό σμύχω burn in a slow pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμύχουσιν — ὑποσμύ̱χουσιν , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ὑποσμύ̱χουσιν , ὑπό σμύχω burn in a slow pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέσμυχον — ὑπέσμῡχον , ὑπό σμύχω burn in a slow imperf ind act 3rd pl ὑπέσμῡχον , ὑπό σμύχω burn in a slow imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξυποσμύχω — ἐξυποσμύχω (Μ) υποκαίω. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + υπο σμύχω «καίω σιγά σιγά»] … Dictionary of Greek
ὑπεσμύχετο — ὑπεσμύ̱χετο , ὑπό σμύχω burn in a slow imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμυχόμενα — ὑποσμῡχόμενα , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part mp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμυχόμενος — ὑποσμῡχόμενος , ὑπό σμύχω burn in a slow pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμύχειν — ὑποσμύ̱χειν , ὑπό σμύχω burn in a slow pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποσμύχεται — ὑποσμύ̱χεται , ὑπό σμύχω burn in a slow pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)