- ὑπο-πτύσσω
ὑπο-πτύσσω, darunter od. ein wenig falten, runzeln, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-πτύσσω, darunter od. ein wenig falten, runzeln, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πτυχή — η, ΝΜΑ, και ποιητ. τ. πτύξ, πτυχός, Α 1. καθεμιά από τις αναδιπλώσεις επιφάνειας που έχει διπλωθεί ή ζαρώσει, και ιδίως υφάσματος, δίπλα, πτύχωση (α. «οι πτυχές τής κουρτίνας» β. «ῥαγέντων χλανιδίων ὑπὸ πτυχὰς ἔφαινε μηρόν», Χαιρήμ. γ. «δάκρυσι… … Dictionary of Greek